μῖλος

From LSJ

Ζήτει συναγαγεῖν ἐκ δικαίων τὸν βίον → Vitam ex honestis tibi para negotiis → Erwirb dir nur gerechten Lebensunterhalt

Menander, Monostichoi, 196
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῖλος Medium diacritics: μῖλος Low diacritics: μίλος Capitals: ΜΙΛΟΣ
Transliteration A: mîlos Transliteration B: milos Transliteration C: milos Beta Code: mi=los

English (LSJ)

ἡ,
A = σμῖλαξ, yew, Taxus baccata, Cratin.98, Thphr. HP 3.4.2, 5.7.6.
II flower of the yew, Poll.6.106 (dub. l.).

German (Pape)

[Seite 186] ἡ, = σμῖλος, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

μῖλος: ἡ, = σμῖλαξ, Taxus baccata, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 4, 2. ΙΙ. τὸ ἄνθος αὐτῆς, Πολυδ. ϛʹ, 106.

Greek Monolingual

μίλος, ἡ (Α)
1. το φυτό σμίλαξ
2. το άνθος του φυτού αυτού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. μῖλαξ (Ι)].