ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
νηκτήρ: -ῆρος, ὁ, = τῷ ἑπομ., μεταγεν.
νηκτήρ, ὁ (Α) νήκτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. νηκ- του νήχω «κολυμπώ» + επίθημα -τήρ (πρβλ. δεκτήρ)].
ῆρος, ὁ, der Schwimmer, Sp.