Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
Full diacritics: νηοῦχος | Medium diacritics: νηοῦχος | Low diacritics: νηούχος | Capitals: ΝΗΟΥΧΟΣ |
Transliteration A: nēoûchos | Transliteration B: nēouchos | Transliteration C: nioychos | Beta Code: nhou=xos |
φύλαξ πλοίου, Hsch.
νηοῦχος: -ον, (ἔχω) «φύλαξ πλοίου» Ἡσύχ.
νηοῦχος (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «φύλαξ πλοίου».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ναῦς, νηός «πλοίο» + -οῦχος (< ἔχω)].
schiffe haltend, festhaltend, φύλαξ πλοίου, Hesych.