ξυλόσπογγος

From LSJ

Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!

Source

German (Pape)

[Seite 281] ὁ, ein an einen Stock gebundener Schwamm, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ξῠλόσπογγος: ὁ, καὶ -σπόγγιον, τό, σπόγγος δεδεμένος ἐπὶ τοῦ ἄκρου ξύλου, Ἱππιατρ. σ. 187.