Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei
η (Α ὀδονταλγία) οδονταλγώπόνος οδοντικής προέλευσης, πονόδοντος.