Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
[Seite 436] ον, Alles besitzend, Clem. Al.
παγκτήμων: -ον, ὁ τὰ πάντα κεκτημένος, Κλήμ. Ἀλ. 275.
παγκτήμων, -ον (Α)
αυτός που κατέχει τα πάντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -κτήμων (< κτῆμα), πρβλ. πολυκτήμων].