πιθηκικός
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
Greek Monolingual
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πίθηκο, όμοιος με πίθηκο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πίθηκος. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στον Αθ. Α. Σακελλάριο].