πισσόκαπνος

From LSJ

τῷ πυρὶ τῆς ὁδοῦ τεκμαιρόμενοι → judging of the road by the fire

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πισσόκαπνος Medium diacritics: πισσόκαπνος Low diacritics: πισσόκαπνος Capitals: ΠΙΣΣΟΚΑΠΝΟΣ
Transliteration A: pissókapnos Transliteration B: pissokapnos Transliteration C: pissokapnos Beta Code: pisso/kapnos

English (LSJ)

ὁ, soot obtained by burning pitch, lampblack, Hippiatr.34.

Greek (Liddell-Scott)

πισσόκαπνος: ὁ, ἢ πισσόκαπνον, τό, ὁ τῆς πίσσης καπνός, Ἱππιατρ. σ. 125, 8.

Greek Monolingual

ο, ΝΜ και τ. ουδ. πισσόκαπνον, τὸ, Μ
καπνός που προέρχεται από την καύση πίσσας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πίσσα + καπνός.