προσαπόκειμαι

From LSJ

ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσίαpassionate friendship between males

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσαπόκειμαι Medium diacritics: προσαπόκειμαι Low diacritics: προσαπόκειμαι Capitals: ΠΡΟΣΑΠΟΚΕΙΜΑΙ
Transliteration A: prosapókeimai Transliteration B: prosapokeimai Transliteration C: prosapokeimai Beta Code: prosapo/keimai

English (LSJ)

to be stored up as well, dub.in Aristid. Or.50 (26).49 (fort. προ-).

Greek Monolingual

Α
έχω αποτεθεί σε ένα μέρος για φύλαξη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἀπόκειμαι «είμαι τοποθετημένος σε ασφαλές μέρος»].