πρωτογνωρίζω

From LSJ

Δίκαιος ἀδικεῖν οὐκ ἐπίσταται τρόπος → Iniuste facere nesciunt mores probi → Ein rechter Sinn versteht sich nicht aufs Unrecht tun

Menander, Monostichoi, 136

Greek Monolingual

Ν
γνωρίζω κάποιον ή κάτι για πρώτη φορά («τον πρωτογνώρισα πριν από τρία χρόνια»).