ριζοχώρι

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source

Greek Monolingual

το, Ν
χωριό που βρίσκεται στα ριζά βουνού, στις υπώρειες, στους πρόποδες όρους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ρίζα + χωριό (πρβλ. κεφαλοχώρι].