ροιβδηδόν

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208

Greek Monolingual

Α
επίρρ. ῥοιζηδόν, με θόρυβο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥοῖβδος «σφοδρός ήχος» + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. βαθμηδόν)].