στάζει γὰρ αὖ μοι φοίνιον τόδ᾽ἐκ βυθοῦ κηκῖον αἷμα → blood oozing from the deep wound, bloody gore drops oozing from the depths of my wound
Full diacritics: σῑτευσις | Medium diacritics: σίτευσις | Low diacritics: σίτευσις | Capitals: ΣΙΤΕΥΣΙΣ |
Transliteration A: síteusis | Transliteration B: siteusis | Transliteration C: sitefsis | Beta Code: si/teusis |
-εως, ἡ, = σιτεία, PMich.Zen.48.2 (iii B.C.), Glossaria.
σίτευσις: -εως, ἡ, = σιτεία, Γλωσσ.
-εύσεως, ἡ, Α σιτεύω
η πάχυνση με άφθονη τροφή, η σιτεία.