σατραπίσκος
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
ο, Ν
(με ειρων. σημ.) (υποκορ. τ.) μικρός σατράπης, άτομο που συμπεριφέρεται και ενεργεί σχεδόν σαν σατράπης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σατράπης. Ο τ. μαρτυρείται από το 1845 στον Α. Ρ. Ραγκαβή].