σεσηρώς

From LSJ

Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης → Unus familiae servus ipse adeo est herus → Nur einen Sklaven gibt's allein im Haus, den Herrn

Menander, Monostichoi, 168

French (Bailly abrégé)

υῖα, ός;
part. de σέσηρα.

Russian (Dvoretsky)

σεσηρώς: υῖα, ός part. pf. pass. к σαίρω.

German (Pape)

σεσαρυῖα, σεσηρός, s. σαίρω¹.