ἀνδρὸς σπλάγχνον ἐκμαθεῖν → learn a man's heart, learn a man's inward nature
το, Ν1. βλ. σκάνδαλο2. ο σκάνταλος.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. με τη δεύτερη σημ. < σκάνταλος].