σκαριφηθμός

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473

German (Pape)

[Seite 889] ὁ, = σκαριφισμός, Numen. bei Eust.

Greek Monolingual

ὁ, Α
βλ. σκαριφησμός.