μηδεμίαν εἶναι προθεσμίαν τῆς ἐπιλήψεως → there shall be no limit of time set to making a claim
-έομαι, ΜΑφθάνω κάπου μαζί ή ταυτόχρονα με κάποιον άλλο.[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἀφικνοῦμαι «φθάνω, έρχομαι»].