σχηματοποιία

From LSJ

ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα σαρκί χρώμενον → a human is a spirit furnished with flesh

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχημᾰτοποιία Medium diacritics: σχηματοποιία Low diacritics: σχηματοποιία Capitals: ΣΧΗΜΑΤΟΠΟΙΙΑ
Transliteration A: schēmatopoiía Transliteration B: schēmatopoiia Transliteration C: schimatopoiia Beta Code: sxhmatopoii/a

English (LSJ)

ἡ,1.configuration, grouping, of a constellation, Eratosth. Cat. 3.2.in writings, mannerism, Aristid. Rh. 2 p. 535S. (pl.).3.pantomimic gesticulation, Ath. 14.628e.

Greek (Liddell-Scott)

σχηματοποιία: ἡ, ἡ σχετικὴ θέσις ἀστέρων, σύμπλεγμα αὐτῶν, ἐπὶ ἀστερισμῶν, Ἐρατοσθ. Καταστ. 3. 2) ἐν συγγράμμασιν, ὁ ἰδιαίτερος τρόπος τοῦ συγγραφέως, ὁ τυπικὸς καὶ προσκορής, Ἀριστείδ. ἐν Ρήτορσι (Walz) 9. 440. 3) παντομιμικὴ χειρονομία, Ἀθήν. 628Ε.