τετραφωνία

From LSJ

Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied

Menander, Monostichoi, 109

Greek Monolingual

η, Ν
μουσ. α) χορωδιακή, κυρίως, σύνθεση για τέσσερεις φωνές, τετραωδία
β) η εκτέλεση μιας τέτοιας σύνθεσης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετράφωνος. Η λ. μαρτυρείται από το 1857 στον Σ. Α. Κουμανούδη].