ὁ μὴ πεπλευκὼς οὐδὲν ἑόρακεν κακόν → anyone who hasn't sailed has never seen trouble
Αείμαι ξαπλωμένος σε ανάκλιντρο πιο ψηλά από άλλον.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἀνάκειμαι «ξαπλώνω σε ανάκλιντρο για να δειπνήσω»].