υπερκαλλής
From LSJ
ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger
Greek Monolingual
-ές, ΜΑ
εξαιρετικά όμορφος, πανέμορφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + -καλλής (< κάλλος), πρβλ. περικαλλής].