Μὴ πάντα πειρῶ πᾶσι πιστεύειν ἀεί → Credenda cunctis esse cuncta ne putes → Glaub ja nicht allen alles immerdar
-η, -ο / ὑπόγλυκυς, -εῖα, -υ, ΝΑο κάπως γλυκός, αυτός που έχει λίγο γλυκιά γεύση.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + γλυκύς / γλυκός].