Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

υπόκαρπος

From LSJ

Ζήτει συναγαγεῖν ἐκ δικαίων τὸν βίον → Vitam ex honestis tibi para negotiis → Erwirb dir nur gerechten Lebensunterhalt

Menander, Monostichoi, 196

Greek Monolingual

-ον, Α
(για δέντρα) γεμάτος καρπούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + καρπός (Ι), πρβλ. ἔγκαρπος].