φωνιατρική

From LSJ

Ὑπερηφανία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Malorum maximum hominibus superbia → Das größte Übel ist für Menschen Übermut

Menander, Monostichoi, 515

Greek Monolingual

η, Ν
ιατρ. κλάδος της ιατρικής σχετικός με τη μελέτη και τη θεραπεία τών διαταραχών της φώνησης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phoniatric < φωνή + ιατρική].