χλωροσαύρα

From LSJ

τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)

Source

Greek (Liddell-Scott)

χλωροσαύρα: ἡ, ἡ χλωρά, πρασίνη σαύρα, Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 2. 58., 7. 22· ἴδε Δουκάγγ.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ
πρασινοκίτρινη σαύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χλωρ(ο)- + σαύρα.