выдумка
From LSJ
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
Russian > Greek
κατασκεύασμα, ἐπιτέχνησις, εὕρημα, ἐξεύρημα, σόφισμα, φρόντισμα, ἐνθύμημα, κατανόημα, φιλοσόφημα, τέχνημα, τέχνασμα, ἐπίνοια, ὑπόνοια