минетчица
From LSJ
διαπασῶν, διατεσσάρων, διαπέντε → through all, through four, through five (Pythagorean musical terms)
Russian > Greek
αἰσχρολοιχός, αἰσχροποιός, ἀπομύζουρις, μύζουρις, ἀρρητοποιός, κακοστόματος, λαικάστρια
διαπασῶν, διατεσσάρων, διαπέντε → through all, through four, through five (Pythagorean musical terms)
αἰσχρολοιχός, αἰσχροποιός, ἀπομύζουρις, μύζουρις, ἀρρητοποιός, κακοστόματος, λαικάστρια