отношение
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
Russian > Greek
πράγμα, πρῆγμα, πρῆχμα, σχέσις, κοινώνημα, κοινωνία, συννέμησις, συνάλλαγμα, σύζευξις, χρεία, ὅρος, λόγος, συμβόλαιον, μέρος