Ὁ γραμμάτων ἄπειρος οὐ βλέπει βλέπων → Illiterata vita cum oculis caecitas → Wer unkundig im Lesen, sieht und ist doch blind
ἵζω, κηρύσσω, κηρύττω, καρύσσω, κικλήσκω, προσφωνέω, καθίζω, κατίζω, ἀγείρω, συναγείρω, συναλίζω, ὁμηγυρίζομαι, συναλιάζω, συγκαλέω, συλλέγω