странствующий
From LSJ
τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens
Russian > Greek
πλαγκτήρ, πλαγκτός, περιπλανής, φοιταλιώτης, πλάνης, νομάς, περίδρομος, ἐκτοπιστικός, κελευθήτης, πλανητός, πλανόδιος, πλανητικός, πολυρέμβαστος, ἀνίδρυτος, ἀΐδρυτος, δρομάς