ἀναδενδράδιον
From LSJ
Μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῦδε, τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν → Oh! my soul do not aspire to eternal life, but exhaust the limits of the possible
Greek (Liddell-Scott)
ἀναδενδράδιον: τό, τόπος κατάφυτος ἐξ ἀναδενδράδων ἢ μικρὰ ἀναδενδράς, Κ. Πορφύρ. Ἔκθ. Β΄ Τάξ. 201. 9, ― 515. 17.