ἀποβλάστησις
From LSJ
Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit
English (LSJ)
-εως, ἡ, shooting forth, growth, νεύρων Hp.Art.45, cf. Gal.UP8.6; of roots, Dsc.2.183.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
acción de brotar de raíces, Dsc.2.183
•en anat. ref. a los nervios νεύρων Hp.Art.45, cf. Gal.3.644.
German (Pape)
[Seite 297] ἡ, das Hervorsprossen, Abstammen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποβλάστησις: -εως, ἡ, τὸ ἀποβλαστάνειν, νεύρων Ἱππ. περί Ἄρθρ. 810.
Greek Monolingual
ἀποβλάστησις, η (Α)
η ανάπτυξη, το ξεφύτρωμα από κάτι.