ἀπογαλακτισμός

From LSJ

εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπογᾰλακτισμός Medium diacritics: ἀπογαλακτισμός Low diacritics: απογαλακτισμός Capitals: ΑΠΟΓΑΛΑΚΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: apogalaktismós Transliteration B: apogalaktismos Transliteration C: apogalaktismos Beta Code: a)pogalaktismo/s

English (LSJ)

ὁ, = ἀπογαλάκτισις (weaning), Hp. Dent. 16.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
destete τὰ παρεσθίοντα ἐν τῷ θηλάζειν ῥᾷον φέρει ἀπογαλακτισμόν Hp.Dent.16, καιρὸς ἀπογαλακτισμοῦ Sor.87.5, ἀ. τῶν νηπίων Aët.4.29, cf. Procop.Gaz.M.87.384B.

Greek Monolingual

ο (AM ἀπογαλακτισμός)
η διακοπή του θηλασμού του βρέφους.

German (Pape)

ὁ, das Entwöhnen von der Muttermilch, Hippocr.