ἁμιλλητέον

From LSJ

ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁμιλλητέον Medium diacritics: ἁμιλλητέον Low diacritics: αμιλλητέον Capitals: ΑΜΙΛΛΗΤΕΟΝ
Transliteration A: hamillētéon Transliteration B: hamillēteon Transliteration C: amilliteon Beta Code: a(millhte/on

English (LSJ)

one must vie, πρόστι Isoc.7.73; Socr.Ep. 31; τινί Isoc.Ep.7.7.

Spanish (DGE)

hay que rivalizar, hay que emular οὐ πρὸς τὴν τῶν τριάκοντα πονηρίαν ἁ. Isoc.7.73, οὐ μόνον ἁ. εἶναι πρὸς τὰ τοῦ ἀδελφοῦ Socr.Ep.31.2, τοῖς καλῶς τὰς πόλεις ... διοικοῦσιν Isoc.Ep.7.7.

French (Bailly abrégé)

adj. verb. de ἁμιλλάομαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμιλλητέον: ῥημ. ἐπίθ., δεῖ ἁμιλλᾶσθαι, πρός τι Ἰσοκρ. 154Ε.