ἐνστηθίζω

From LSJ

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236

Spanish (DGE)

poner en el corazón, e.e. aprender de memoria οὓς (ὅρους) δεῖ πρὸ παντὸς ἑτέρου μαθήματος ... ἐνστηθίζειν Ath.Al.M.28.533A.

German (Pape)

[Seite 853] zu Herzen nehmen, sich einprägen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνστηθίζω: ἀποταμιεύω, ἀποθέτω εἰς τὸ στῆθός μου, φυλάττω ἐν τῇ μνήμῃ μου, Ἀθαν. IV. 533Α.

Greek Monolingual

ἐνστηθίζω (Α) στήθος
βάζω μέσα στο στήθος μου, θυμάμαι συνεχώς.