Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salus → Bane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus
ἐρίολβος: -ου, ὁ, σφόδρα ὄλβιος, βασιλεὺς Μ. Ἀκομ. τ. Β΄, σ. 391. 9, ἔκδ. Λ.