ἑβδεμήκοντα
From LSJ
English (LSJ)
Dor. for ἑβδομήκοντα, GDI2562.18 (Delph.), Tab.Heracl. 1.23:—also ἑβδέματος, ον, = ἕβδομος, Philol.71.6 (Argos, iv B. C.).
German (Pape)
[Seite 699] dor. = ἑβδομήκοντα, Inscr. Tab. Heracl.
Greek (Liddell-Scott)
ἑβδεμήκοντα: Δωρ. ἀντὶ ἑβδομήκοντα, Ἐπιγρ. Δελφικ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1690. 18, Πίν. Ἡρακλεωτ. αὐτόθι 5774. 23., 5775. 104.