ἑπτάτομος
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
German (Pape)
[Seite 1013] siebentheilig, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτάτομος: -ον, ἐν ἑπτὰ τόμοις, Σωκρ. 841Α, Ψελλ. 927Α.
Greek Monolingual
-η, -ο (Μ ἑπτάτομος, -ον)
αυτός που αποτελείται από επτά τόμους.