ἱεροφαντικῶς
From LSJ
πᾶσα σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς τὸν αἰῶνα → all wisdom comes from the Lord, she is with him for ever
French (Bailly abrégé)
adv.
à la manière des hiérophantes.
Étymologie: ἱεροφαντικός.
Russian (Dvoretsky)
ἱεροφαντικῶς: по-жречески (ἐσκευασμένος Luc.).