ὑποτράχηλος

From LSJ

Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart

Menander, Monostichoi, 160
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποτρᾰχηλος Medium diacritics: ὑποτράχηλος Low diacritics: υποτράχηλος Capitals: ΥΠΟΤΡΑΧΗΛΟΣ
Transliteration A: hypotráchēlos Transliteration B: hypotrachēlos Transliteration C: ypotrachilos Beta Code: u(potra/xhlos

English (LSJ)

ὑποτράχηλον, under the neck, Hsch. s.v. [[ὑποθυμί[ο]ς]].

Greek (Liddell-Scott)

ὑποτράχηλος: [ᾰ], -ον, ὁ ὑπὸ τὸν τράχηλον, Ἡσύχ. ἐν λ. ὑποθυμίς.

Greek Monolingual

-ον, Α
τοποθετημένος στο κάτω μέρος του τραχήλου («στέφανος ὑποτράχηλος», Ησύχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + τράχηλος (πρβλ. περιτράχηλος)].