ἀκατόπτευτος: Difference between revisions
From LSJ
(big3_2) |
(2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[inadvertido]] μὴ νόμιζε ... τὸ σφάλμα ἀκατόπτευτον Rom.Mel.43.ιβʹ.3.2.<br /><b class="num">2</b> astrol. [[que no está en aspecto]] del planeta Venus, Paul.Al.70.4, de Saturno, Marte y el Sol, Paul.Al.73.3. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[inadvertido]] μὴ νόμιζε ... τὸ σφάλμα ἀκατόπτευτον Rom.Mel.43.ιβʹ.3.2.<br /><b class="num">2</b> astrol. [[que no está en aspecto]] del planeta Venus, Paul.Al.70.4, de Saturno, Marte y el Sol, Paul.Al.73.3. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκατόπτευτος]], -ον) [[κατοπτεύω]]<br />αυτός που δεν έχει κατοπτευθεί ή δεν μπορεί να κατοπτευθεί, να παρατηρηθεί με [[προσοχή]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εκείνος]], τον οποίο δεν έχουν δει [[μαζί]] με άλλον. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:19, 29 September 2017
English (LSJ)
ον,
A not in aspect with, Paul.Al.O.2.
Spanish (DGE)
-ον
1 inadvertido μὴ νόμιζε ... τὸ σφάλμα ἀκατόπτευτον Rom.Mel.43.ιβʹ.3.2.
2 astrol. que no está en aspecto del planeta Venus, Paul.Al.70.4, de Saturno, Marte y el Sol, Paul.Al.73.3.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀκατόπτευτος, -ον) κατοπτεύω
αυτός που δεν έχει κατοπτευθεί ή δεν μπορεί να κατοπτευθεί, να παρατηρηθεί με προσοχή
αρχ.
εκείνος, τον οποίο δεν έχουν δει μαζί με άλλον.