αμμούδα: Difference between revisions

From LSJ

Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis

Menander, Monostichoi, 545
(3)
(No difference)

Revision as of 06:23, 29 September 2017

Greek Monolingual

η (Μ ἀμμούδα)
αμμουδερός τόπος, αμμουδιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεγεθυντικό του ουσ. ἀμμούδι που απαντά μόνο ως τοπωνύμιο.
ΠΑΡ. νεοελλ. αμμοδούρα, αμμουδιά].