γαιοτρεφής: Difference between revisions

From LSJ

μηδ' εἰς ὀρχηστρίδος εἰσᾴττειν, ἵνα μὴ πρὸς ταῦτα κεχηνὼς μήλῳ βληθεὶς ὑπὸ πορνιδίου τῆς εὐκλείας ἀποθραυσθῇς → and not to dart into the house of a dancing-woman, lest, while gaping after these things, being struck with an apple by a wanton, you should be damaged in your reputation

Source
(big3_9)
(7)
 
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές<br />[[nutrido por la tierra]], de donde fig. [[ligado a la tierra]], [[terrenal]] ζωὰν τὰν γαιοτρεφῆ Synes.<i>Hymn</i>.2.282.
|dgtxt=-ές<br />[[nutrido por la tierra]], de donde fig. [[ligado a la tierra]], [[terrenal]] ζωὰν τὰν γαιοτρεφῆ Synes.<i>Hymn</i>.2.282.
}}
{{grml
|mltxt=[[γαιοτρεφής]], -ές (Α)<br />αυτός που τρέφεται από τη γη.
}}
}}

Latest revision as of 06:25, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 470] ές, von der Erde genährt, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

γαιοτρεφής: -ές, ὑπὸ τῆς γῆς ἢ ἐκ τῆς γῆς τραφείς, Συνέσ. 340D.

Spanish (DGE)

-ές
nutrido por la tierra, de donde fig. ligado a la tierra, terrenal ζωὰν τὰν γαιοτρεφῆ Synes.Hymn.2.282.

Greek Monolingual

γαιοτρεφής, -ές (Α)
αυτός που τρέφεται από τη γη.