ἰκτερίας: Difference between revisions

From LSJ

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source
(6_2)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰκτερίας''': [[λίθος]], ὁ, [[εἶδος]] κιτρίνου λίθου, Πλιν. Η. Ν. 37. 61.
|lstext='''ἰκτερίας''': [[λίθος]], ὁ, [[εἶδος]] κιτρίνου λίθου, Πλιν. Η. Ν. 37. 61.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἰκτερίας]], ὁ (Α)<br /><b>φρ.</b> «[[ἰκτερίας]] [[λίθος]]» — [[είδος]] κίτρινου λίθου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἴκτερος]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>].
}}
}}

Revision as of 06:36, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰκτερίας Medium diacritics: ἰκτερίας Low diacritics: ικτερίας Capitals: ΙΚΤΕΡΙΑΣ
Transliteration A: ikterías Transliteration B: ikterias Transliteration C: ikterias Beta Code: i)kteri/as

English (LSJ)

λίθος, ὁ,

   A a yellowish kind of stone, Plin.HN37.170.

German (Pape)

[Seite 1249] ὁ, λίθος, eine gelbliche Steinart, Plin. H. N. 37, 61.

Greek (Liddell-Scott)

ἰκτερίας: λίθος, ὁ, εἶδος κιτρίνου λίθου, Πλιν. Η. Ν. 37. 61.

Greek Monolingual

ἰκτερίας, ὁ (Α)
φρ. «ἰκτερίας λίθος» — είδος κίτρινου λίθου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἴκτερος + επίθημα -ίας].