καταλυτήριον: Difference between revisions

From LSJ

νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness

Source
(6_22)
(19)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταλῠτήριον''': τό,= [[κατάλυμα]], [[Πολυδ]]. Α´, 73.
|lstext='''καταλῠτήριον''': τό,= [[κατάλυμα]], [[Πολυδ]]. Α´, 73.
}}
{{grml
|mltxt=[[καταλυτήριον]], τὸ (Α) [[καταλυτήρ]]<br />[[κατάλυμα]].
}}
}}

Revision as of 06:38, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταλῠτήριον Medium diacritics: καταλυτήριον Low diacritics: καταλυτήριον Capitals: ΚΑΤΑΛΥΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: katalytḗrion Transliteration B: katalytērion Transliteration C: katalytirion Beta Code: kataluth/rion

English (LSJ)

τό,

   A = κατάλυμα, Poll.1.73.

German (Pape)

[Seite 1361] τό, = κατάλυμα, Poll. 1, 73.

Greek (Liddell-Scott)

καταλῠτήριον: τό,= κατάλυμα, Πολυδ. Α´, 73.

Greek Monolingual

καταλυτήριον, τὸ (Α) καταλυτήρ
κατάλυμα.