κανθίς: Difference between revisions

From LSJ

πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου → there is many a slip twixt cup and lip, there's many a slip twixt cup and lip, there's many a slip 'twixt cup and lip, there's many a slip twixt the cup and the lip, there's many a slip 'twixt the cup and the lip

Source
(6_12)
(19)
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''κανθίς''': -ίδος, ἡ, [[κόπρος]] ὄνου, «[[ὀνίς]]» Ἡσύχ.
|lstext='''κανθίς''': -ίδος, ἡ, [[κόπρος]] ὄνου, «[[ὀνίς]]» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[κανθίς]], -[[ίδος]], ἡ (Α)<br />[[κοπριά]] όνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κανθ</i>- (<i>κάνθ</i>-<i>ων</i>, <i>κανθ</i>-<i>ήλια</i>), [[χωρίς]] να [[είναι]] όμως [[σαφής]] η [[ακριβής]] [[σχέση]] του [[μαζί]] τους].
}}
}}

Revision as of 06:38, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1321] ίδος, ἡ, dim. zum Folgdn, Hesych. erkl. ὀνίς, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

κανθίς: -ίδος, ἡ, κόπρος ὄνου, «ὀνίς» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κανθίς, -ίδος, ἡ (Α)
κοπριά όνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κανθ- (κάνθ-ων, κανθ-ήλια), χωρίς να είναι όμως σαφής η ακριβής σχέση του μαζί τους].