λαμπαδίζω: Difference between revisions
From LSJ
εἰς ἀναισχύντους θήκας ἐτράποντο → they resorted to disgraceful modes of burial, they lost all shame in the burial of the dead
(6_2) |
(22) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''λαμπᾰδίζω''': [[λαμβάνω]] [[μέρος]] ἐν τῇ λαμπαδηδρομίᾳ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 131. | |lstext='''λαμπᾰδίζω''': [[λαμβάνω]] [[μέρος]] ἐν τῇ λαμπαδηδρομίᾳ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 131. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[λαμπαδίζω]] (Α) [[λαμπάς]]<br />[[λαμβάνω]] [[μέρος]] σε [[λαμπαδηδρομία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:42, 29 September 2017
English (LSJ)
A run the torch-race, Sch.Ar.Ra.131; take part in a torch-bearing procession, τοὺς λαμπαδίξοντας (Dor. fut.) SIG671 A11 (Delph., ii B. C.).
German (Pape)
[Seite 11] die Fackel halten u. damit einen Wettlauf halten, Schol. Ar. Ran. 131.
Greek (Liddell-Scott)
λαμπᾰδίζω: λαμβάνω μέρος ἐν τῇ λαμπαδηδρομίᾳ, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Βατρ. 131.
Greek Monolingual
λαμπαδίζω (Α) λαμπάς
λαμβάνω μέρος σε λαμπαδηδρομία.