κτίστωρ: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
(SL_2)
(22)
Line 18: Line 18:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[κτίστωρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[founder]] κτίστορ Αἴτνας Hieron. fr. 105. 3.
|sltr=[[κτίστωρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[founder]] κτίστορ Αἴτνας Hieron. fr. 105. 3.
}}
{{grml
|mltxt=[[κτίστωρ]], -ορος, ὁ (Α) [[κτίζω]]<br />[[κτίστης]], [[δημιουργός]], [[ιδρυτής]], [[θεμελιωτής]].
}}
}}

Revision as of 06:42, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κτίστωρ Medium diacritics: κτίστωρ Low diacritics: κτίστωρ Capitals: ΚΤΙΣΤΩΡ
Transliteration A: ktístōr Transliteration B: ktistōr Transliteration C: ktistor Beta Code: kti/stwr

English (LSJ)

ορος, ὁ,

   A = κτίστης, Αἴτνας Pi.Fr.105; Ἀσιάδος χθονός E.Ion 74; ὁ τῆς στοᾶς κ., of Zeno, Ath.9.370c; ἀγαθῶν . . εὑρετὴν καὶ κτίστορα Diph.(?)138.

German (Pape)

[Seite 1520] ορος, ὁ, = κτιστής; Ἀσιάδος χθονός Eur. Ion 74; Αἴτνας Pind. bei Ar. Av. 926; Sp.; auch Ζήνων ὁ τῆς στοᾶς κτίστωρ, Ath. IX, 370 c.

Greek (Liddell-Scott)

κτίστωρ: -ορος, ὁ, = κτίστης, Αἴτνας Πινδ. Ἀποσπ. 71˙ Ἀσιάδος χθονὸς Εὐρ. Ἴων 74˙ ὁ τῆς στοᾶς κτ., ἐπὶ τοῦ Ζήνωνος, Ἀθήν. 370C· ἀγαθῶν... εὑρετὴν καὶ κτίστορα Δίφιλ. (;) ἐν Ἀδήλ. 52.

English (Slater)

κτίστωρ
   1 founder κτίστορ Αἴτνας Hieron. fr. 105. 3.

Greek Monolingual

κτίστωρ, -ορος, ὁ (Α) κτίζω
κτίστης, δημιουργός, ιδρυτής, θεμελιωτής.