κρουσιμετρώ: Difference between revisions

From LSJ

Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten

Menander, Monostichoi, 95
(22)
(No difference)

Revision as of 06:42, 29 September 2017

Greek Monolingual

(Α κρουσιμετρῶ, -έω) κρουσιμέτρης
νεοελλ.
εξετάζω το έδαφος με χτύπημα για να βρω υπόγεια φλέβα νερού
αρχ.
εξαπατώ κατά το ζύγισμα του σίτου χτυπώντας τη ζυγαριά («κρουσιμετρεῑν, ἐλλιπῶς μετρεῑν καὶ ἐνδεῶς», Ησύχ.).